στο βιβλίο του Νίκου Βαρμάζη «Πρόσωπα και θέματα της Κατερίνης και της Πιερίας από τα μέσα του 18ου ως τα μέσα του 20ού αιώνα»
του Αντώνη Κάλφα
Η όραση είναι μια εξαιρετικά απαιτητική τέχνη. Και αυτό επιβεβαιώνεται κάθε φορά που ανακαλύπτω καινούριες πλευρές του φωτογραφικού έργου του μείζονος Σάββα Τσιλιγγιρίδη. Η γοητευτική, καλά δομημένη φωτογραφία έχει την χρονολογία γεννήσεώς μου (1957)· ο Σάββας, ο δαιμόνιος φωτογράφος, είναι 33 ετών και ο εμφύλιος έχει τελειώσει μόλις οκτώ χρόνια πριν. Η Κατερίνη ξεκινά δειλά τον σύγχρονο πολιτισμικό βίο της· τη χρονιά αυτή ιδρύεται η Μορφωτική Ένωση Καταφυγιωτών ενώ παρουσιάζεται, στις 2 Ιουνίου του 1957, από το τμήμα της χορωδίας της Εστίας Πιερίδων Μουσών η όπερα «Μάρκος Μπότσαρης», στην αίθουσα «Ευκαρπίδη» της Κατερίνης, υπό τη διεύθυνση του Μίμη Παπαδημητρίου και τη σύμπραξη της Κρατικής Ορχήστρας Βορείου Ελλάδος. Ο λόγιος πόντιος πρόσφυγας Σάββας Κανταρτζής, εκδίδει τη μελέτη του «Αρχαίες Θρησκείες και Χριστιανισμός» και έναν χρόνο μετά την εφημερίδα Νέα Εποχή, τετρασέλιδη δεκαπενθήμερη εφημερίδα «πολιτικής, κοινωνικής και εθνικής πρωτοπορίας». Στην πόλη συστήνεται επίσης Φροντιστήριον Εκκλησιαστικής Μουσικής από την μητρόπολη Κίτρους με σκοπό «τον καταρτισμό προσώπων προοριζομένων να καταλάβωσι θέσεις ιεροψαλτών».
Αλλά ας επιστρέψουμε στη φωτογραφία. Το καδράρισμα, αυστηρά διαλεγμένο όπως πάντα, αποτυπώνει τις παρυφές της Κατερίνης, εκεί, μετά τη γέφυρα του Πέλεκα, στον δρόμο για την πλησιόχωρη Ανδρομάχη· κυριαρχούν τα χιονισμένα, νεφοσκεπή Πιέρια και η κάθετος ευθεία οδός, χωμάτινη, υγρή, απαλή επιτρέπει να μυρίσουμε το μυθικό σύμπαν της παράδοσης των ευγενικών ανθρώπων που κινούνται επί του δρόμου. Δεξιά μας, σε πρώτο πλάνο, ο βιοπαλαιστής αγρότης συνοδεύει φιλικά το μουλάρι του· δύο οικείες μορφές, πλαστική αναπαράσταση ενός παρελθόντος γεμάτου στερήσεις και αμείωτη θέληση για ζωή, προγονικές οφειλές που στηρίζουν ακόμη και σήμερα τον θρύλο της προνεωτερικής, αμόλυντης Ελλάδας. Στο βάθος του δρόμου μόλις διακρίνονται τέσσερις μορφές, περιπατητές ίσως προς το εσωτερικό της πόλης· αμέριμνοι, δείχνουν να μην βιάζονται, αφού ο χρόνος ο παρελθών και ο παρών χρόνος συναιρούνται στον διαρκή χρόνο τού τώρα, του εδώ, του Dasein για να θυμηθούμε τον Χάιντεγγερ.
Η αψεγάδιαστη, γεωμετρημένη φωτογραφία αφήνει να πέσουν στο μάτι μας τα δύο τρίτα ουρανού, σαν μια ευεργετική, δροσερή αίσθηση του μεγάλου πιερικού σύμπαντος, ενός σύμπαντος από ιστορικές μνήμες και οικεία γεγονότα που μας περιβάλλουν με τη στοργή τους. Ο νεορεαλιστής φωτογράφος φαίνεται πιστός στη μέριμνά του για την καλλιτεχνική φωτογραφία: η λήψη της ηγεμονικής φωτογραφίας επισφραγίζεται από την χλωρή σκιά των παρακείμενων δέντρων, ενώ οι άκρες των λυγισμένων κλαδιών, στο άνω αριστερό μέρος της εικόνας— εν είδει στεφάνου, ως επιστέγασμα— μοιάζουν να αποχαιρετούν μιαν ολόκληρη, οδυνηρά απούσα πλέον εποχή.